Γράφει ο Φραντζής Καραδούκας
Ορισμός της Φαινομενολογίας
Η φαινομενολογία τοποθετείται στη φιλοσοφική εκείνη τάση του 19ου αιώνα, που μετά το τέλος του γερμανικού ιδεαλισμού προσπαθεί να λύσει το πρόβλημα της σύλληψης της συνείδησης( ως καθαρό εγώ) και της σχέσης της με τον αντικειμενικό κόσμο με τη μορφή φαινομένων καθώς και τον τρόπο που αναπαρίστανται αυτά τα φαινόμενα στη συνείδηση.
Με σημείο εκκίνησης την εμπειρία των φαινομένων, επιχειρεί να δημιουργήσει τα θεμελιώδη εκείνα χαρακτηριστικά και τη διαδικασία εγγραφής των φαινομένων στην συνείδηση ως αντιληπτική διαδικασίας. Η φαινομενολογία έλκει την καταγωγή της, από τη Σχολή του Φράντς Μπρεντανό, σπουδαία μορφή στην ιστορία του Αυστριακού Εμπειρισμού, από τον οποίο ο Χούσερλ υιοθέτησε την αποβλεπτικότητα, την ιδέα ότι το κεντρικό χαρακτηριστικό της συνείδησης είναι ότι έχει πάντα πρόθεση, ότι αναφέρεται κάπου. Ο Franz Brentano, 1838 – 1917, ψυχολόγος και φιλόσοφος, καθηγητής του Παν/μίου της Βιέννης), Psychologie vom empirischen Standpunkt ( Ψυχολογία από εμπειρική σκοπιά, 1874), υπήρξε δάσκαλος του Ε. Χούσσερλ στην Βιέννη.
Ο Χουσέρλ, με βάση την καρτεσιανή αμφιβολία, προσπαθεί να θεμελιώσει τη αντίληψη για την συνείδηση ως το συστατικό στοιχείο της ανθρώπινης ύπαρξης. Η καρτεσιανή αμφιβολία είναι μια μορφή μεθοδολογικού σκεπτικισμού, που βασίζεται στα κείμενα και τη μεθοδολογία του Ρενέ Ντεκάρτ. Χωρίς ποτέ ο ίδιος ο Χουσέρλ να υπάρξει οπαδός της διδασκαλίας του σκεπτικισμού, υιοθέτησε παρ'όλα αυτά τη μέθοδο της αμφιβολίας, που είναι βασικό χαρακτηριστικό του σκεπτικισμού. Mέσω αυτής, προσπάθησε να θεμελιώσει την απόλυτη βεβαιότητα, την οποία μπορεί να αποκτήσει κανείς για την ύπαρξη του εαυτού του. Συγκεκριμένα ο Ντεκάρτ, εκτείνοντας την αμφιβολία στο έσχατο σημείο της, υποστήριξε ότι για ένα πράγμα δεν μπορώ να αμφιβάλλω, για το γεγονός ότι αμφιβάλλω. Το γεγονός ότι αμφιβάλλω είναι απόδειξη ότι υπάρχω, γιατί πώς θα μπορούσα να αμφιβάλλω, αν δεν υπήρχα. Αμφιβάλλω, άρα υπάρχω.Cogito ergo sum!
Στον 20ο αιώνα ο Μάρτιν Χάιντεγκερ ανέπτυξε τη δική του θεωρία για την φαινομενολογία, την οποία θα αναπτύξουμε παρακάτω.
H ‘Κοπερνίκεια επανάσταση στη φιλοσοφία’ και ο Έντμουντ Χουσέρλ
Στη νεωτερική περίοδο, με την ανάπτυξη των φυσικών επιστημών που εισάγει ο Γαλιλαίος και που αργότερα καταλήγει στην Νευτώνεια κοσμοθεωρία του σύμπαντος, δίνεται η δυνατότητα ο άνθρωπος να κατανοήσει καλύτερα τον κόσμο καθώς και τους όρους που αυτός ο κόσμος συντίθεται . Η μαθηματικοποίηση των φυσικών επιστημών που αποτελεί τον καλύτερο τρόπο απόδειξης των επιχειρημάτων των θετικών επιστημών, επιταχύνει αυτή τη διαδικασία. Η αντιμετώπιση της πραγματικότητας με βάση την ανάπτυξη των θετικών επιστημών και των μαθηματικών, συμβάλει ώστε η φιλοσοφία να μπει σε μια νέα πορεία ανάπτυξης της με επίκεντρο τον άνθρωπο και να τον τοποθετήσει σε μια ορθολογική σχέση στο κοσμολογικό είδωλο.
Τα κύρια ρεύματα της νεωτερικής φιλοσοφίας που αναπτύσσονται είναι: ο θετικός λογικισμός με κύριους εκπροσώπους τους Descartes, Spinoza, Leibniz και ο εμπειρισμός από τους Locke, Berkeley, Hume.
Στο ερώτημα: πως θα συλλάβουμε την πραγματικότητα και πως αυτή θα αναπαρασταθεί και με ποιους όρους, οι υποστηρικτές του λογικού θετικισμού απαντούν ότι η έλλογη σκέψη και οι συνθήκες της που απορρέουν από αυτήν είναι ο ασφαλέστερος δρόμος ενώ οι εμπειριστές θεωρούν τις αισθήσεις και την εμπειρία ως την κατάλληλη συνθήκη θεμελίωσης της επιστημονικής έρευνας. Τη σύνθεση των δύο αυτών τάσεων προσπάθησε να συγκεράσει ο Καντ στο έργο του «Κριτική του καθαρού λόγου» με την υπερβατολογική φιλοσοφία του. Γι’ αυτό και το έργο του Καντ θα θεωρηθεί ως η ‘Κοπερνίκεια επανάσταση στη φιλοσοφία’.
Ο Χουσέρλ ξεκινάει να ασχολείται με τα μαθηματικά στο τέλος του 19ου αιώνα και είναι ενήμερος και εξοικειωμένος με τις τελευταίες ανακαλύψεις σε αυτά. Το πρώτο του διδακτορικό είναι στο διαφορικό λογισμό, γνωρίζει τις μη ευκλείδειες γεωμετρίες, την θεωρία ομάδων και τις τομές Dedekind, όπως επίσης και τη θεωρία των συνόλων του Cantor, καθώς επίσης και τις προσπάθειες του Hilbert για την αξιωματική θεμελίωση της Ευκλείδειας Γεωμετρίας, στο έργο του ‘Τα Θεμέλια της Γεωμετρίας’, αλλά και γενικότερα τις αρχές του φορμαλιστικού προγράμματος για τη θεμελίωση των Μαθηματικών.
Βασικοί όροι της φαινομενολογικής μεθοδολογίας
Φαινόμενο ονομάζεται στον Χούσερλ, κάθε σημείο του εξωτερικού κόσμου αλλά και τα αφηρημένα διανοητικά, θεωρητικά περιεχόμενα π.χ. της λογικής, των μαθηματικών, αλλά και της γνώσης της ουσίας των πραγμάτων, τα οποία βρίσκουν το αποτύπωμα τους στη συνείδηση και αντανακλώνται σε αυτήν.
Φυσική στάση καλείται ο τρόπος με τον οποίο κινούμαστε μέσα στον κόσμο, χωρίς να τίθεται υπό εξέταση το «είναι» του κόσμου ή του εαυτού μας, έτσι η παραστασιακή ροή προς τη συνείδηση συντελείται ανεμπόδιστα και χωρίς κατανόηση της παραπέρα σκοπιμότητα της. Η αποβολή της φυσικής στάσης είναι ακριβώς η διεργασία που συντελείται στην «εποχή».
Epoché ( ἐποχή epokhē , «διακοπή» ) είναι ένας αρχαίος ελληνικός όρος. Στην ελληνιστική φιλοσοφία είναι ένας τεχνικός όρος που τυπικά μεταφράζεται ως "αναστολή της κρίσης" αλλά και ως "παρακράτηση συγκατάθεσης". Στη σύγχρονη φιλοσοφία της φαινομενολογίας αναφέρεται ως μια διαδικασία παραμερισμού υποθέσεων και αντιλήψεων προκειμένου να αναπαρασταθεί η λειτουργία της συνείδησης και η μετάβαση όλης της σχέσης μας με τον κόσμο σε «φαινόμενο της συνείδησης». Προκειμένου να επιτευχθεί αυτή η διαδικασία χρειάζεται να δημιουργηθεί εκείνη η λειτουργία που θα ανασχέσει όλες τις προκαταλήψεις και υποθέσεις, ώστε να εξηγηθεί το «φαινόμενο», το οποίο με βάση το δικό του εγγενές σύστημα νοήματος εγγράφεται στη συνείδηση.
Cogitatum, ο Χουσέρλ εννοεί το αντικειμενοποιημένο βίωμα του cogito, το οποίο ενσωματώνει νοητικά και νοηματικά την ενότητα του αντικειμενικού ερεθίσματος στην συνείδηση και μπορεί να εκφρασθεί μέσα από αυστηρές έννοιες.
H αναφορικότητα της συνείδησης - Η έννοια της αποβλεπτικότητας, σχέση ενεργήματος - αντικειμένου (cogito-cogitatum)
Η μεθοδολογική ανάλυση της χουσερλιανής μεθοδολογίας καταλήγει στην ανάδειξη της συνείδησης, η οποία βρίσκεται σε αναφορά με κάτι, προς μια κατεύθυνση σε κάποιο αντικείμενο του εξωτερικού κόσμου. Η συνείδηση με την μορφικό της χαρακτήρα (αντίληψης, σκέψης, κρίσης, φαντασίας, αμφιβολίας, προσδοκίας ή αναστοχαστικότητας) στρέφεται έτσι από το ενέργημα(cogito), στο αντικείμενο της(cogitatum).
Αναφερόμαστε στην κεντρική σημασία της φαινομενολογίας του Χουσέρλ, σε αυτήν της προθετικότητας ή αποβλεπτικότητας. Ο όρος προθετικότητα ή αποβλεπτικότητα(intentionality) επινοήθηκε από την σχολαστική φιλοσοφία του Μεσαίωνα και αναδείχτηκε από τον δάσκαλο του Χουσέρλ, Φραντς Μπρετάνο. Κατά τον Μπρετάνο η προθετικότητα αναφέρεται σε ψυχικά γεγονότα , τα οποία έχουν ενσωματωθεί στη συνείδηση και τα οποία ανάγονται σε κάτι «επί πλέον», σε αντίθεση με τα φυσικά γεγονότα τα οποία παρουσιάζονται ως έχουν.
Η χουσερλιανή συνείδηση βρίσκεται σε αναφορικότητα, ως βλέψη και θέαση σε σχέση με κάποιο αντικείμενο, σε αντίθεση με τον Καρτεσιανό «cogito» το οποίο προσδιορίζει μια αυθυπόστατη στοχαστική οντότητα.
Πολλές μεταφραστικές απόπειρες αποδίδουν τον όρο «intentionality» ως αναφορικότητα, αποβλεπτικότητα, παραπεμπτικότητα, προθετικότητα. Όλα αυτά καθίστανται ως υπερβατολογικά προβλήματα και συσχετίζονται με την ανάδειξη του υποκείμενου όχι ως απλή σκεπτόμενη αλλά ενεργητική υπόσταση σε άμεση διάδραση με τον εξωτερικό κόσμο.
Η χουσερλιανή αποβλεπτική ανάλυση, μας δίνει μια νέα θέαση του cogito, το οποίο πέρα από την συνείδηση, βρίσκεται σε μια αναφορικότητα με ένα αντικείμενο, είναι κάθε στιγμή «κάτι» επί πλέον. Αυτή η αναφορικότητα της συνείδησης, μας γίνεται γνωστή μέσα από τα αντικείμενα της συνείδησης, τα οποία ξεδιπλώνονται με δική μου θέληση.
Η φαινομενολογία πέρα από τα παραπάνω, ερευνά και καθετί που βρίσκεται εντός της συνείδησης ως παράγωγο της σχέσης cogito – cogitatum.Διεισδύει στον αφανή και ακατέργαστο πυρήνα της συνείδησης και αποκαλύπτει την λειτουργία των συνειδησιακών τρόπων ύπαρξης. Ο Xουσέρλ διαπιστώνει, ότι η συνείδηση με βάση την αποβλεπτικής της δομής, επεξεργάζεται τόσο τα ενυπάρχοντα είδη των αντικειμένων της συνείδησης ως cogitatum, όσο και το πώς αυτά βρίσκουν το νόημα τους εντός της συνείδησης.
Η φαινομενολογία του Χάιντεγκερ και οι διαφορές της με αυτή του Χούσερλ
Για τον Χούσερλ η φιλοσοφία είναι ένας επιστημονικός τομέας που πρέπει να τεκμηριωθεί στην φαινομενολογία , ο Χάιντεγκερ από την άλλη είχε ριζικά αντίθετη άποψη. Σύμφωνα με τον Χάιντεγκερ, η φιλοσοφία δεν είναι σε καμία περίπτωση ένας οποιοσδήποτε επιστημονικός τομέας, αλλά η θεμελιώδης γνώση από την οποία απορρέει κάθε επιστημολογική σχέση. Συνακόλουθα, αντί της φαινομενολογίας ως θεμελιωτική μελέτη, την θεώρησε ως μεταφυσική οντολογία: «η ύπαρξη είναι το ορθό και μόνο θέμα της φιλοσοφίας», έγραψε.
Ενώ για τον Χούσερλ στην «εποχή», η ύπαρξη εμφανίζεται μόνο σαν απόρροια της συνείδησης, ενώ για τον Χάιντεγκερ η ύπαρξη είναι το αρχικό σημείο πάνω στην οποία θεμελιώνεται κάθε γνώση του εαυτού μας. Στον Χούσερλ, πρέπει να αποβάλλουμε κάθε ιδεατή απεικόνιση του εμπειρικού εγώ, για να μπορούμε να κατευθυνθούμε στο πεδίο της καθαρής συνείδησης, ο Χάιντεγκερ υποστηρίζει ότι «οι πιθανότητες και ο προορισμός της φιλοσοφίας είναι δεμένα στενά με την ανθρώπινη ύπαρξη, και ως εκ τούτου, με την προσωρινότητα και την ιστορικότητα».
Η ηθική διάσταση της σκέψης του Χουσέρλ
Στο βιβλίο - μανιφέστο του Έντμουντ Χουσέρλ «Η κρίση των ευρωπαϊκών επιστημών και η υπερβατολογκή φαινομενολογία», το οποίο βασίζεται σε μια διάλεξη που έδωσε ο συγγραφέας, στη Βιέννη στις 7 και στις 10 Μαΐου του 1935, βλέπουμε το ανθρώπινο πρόσωπο του συγγραφέα, τις ευαισθησίες που το περιβάλλουν και το τελικό όραμα του στοχαστή για την ανθρωπότητα.
Ο Έντμουντ Χουσέρλ αναγνωρίζοντας την αλλοτρίωση που έχει επιφέρει η τεχνολογική οργάνωση της εποχής, θεωρεί ότι βρισκόμαστε σε μια εποχή που αδιαφορεί για την πνευματική προαγωγή του ανθρώπου. Τα πάντα υπόκεινται στην ωφελιμιστική, ποσοτική διάσταση της εποχής μας.
Ο Χουσέρλ θα υποστηρίξει ότι από την εποχή του Γαλιλαίου, ο ορθολογισμός που διακατέχει την ευρωπαϊκή σκέψη, εξέλαβε τον εαυτό της ως η απόλυτη επιστημονική αλήθεια υποκαθιστώντας την αρχαιοελληνική φιλοσοφική φιλοσοφία. H απλοϊκή αντικειμενοποιημένη νοοτροπία του φυσικομαθηματικoύ κοσμοειδώλου, δημιούργησε αδιέξοδα και επέφερε αλλοτριωτικά συμπτώματα στο σύγχρονο πολιτισμό.
Ο Χουσέρλ βιώνει την αρρυθμία και σύγχυση της εποχής του, με τα ατελείωτα θεωρητικά και ηθικά διλλήματα, τα οφειλόμενα στην απουσία μιας γνήσιας ανθρωπολογικής φιλοσοφικής σκέψης, και αναζητά εναγωνίως μια λύση, μια νέα πορεία για τον άνθρωπο. Για τον Χουσέρλ, η επιστροφή στην γενέθλια γη της φιλοσοφίας, την αρχαία Ελλάδα, τη γενέτειρα του Λόγου και της πνευματικής αναγέννησης, καθίσταται επιτακτική για να επέλθει η αναβάπτιση της ανθρωπότητας.
Σημείωση: στοιχεία από το παραπάνω άρθρο αντλήθηκαν από το διαδίκτυο