Τρίτη 22 Ιουνίου 2021

Δημήτρης Ντάλλας // Ποίηση για μένα είναι ζωή


Γράφει η Βάσω Κανιώτη

Ο Δημήτρης Ντάλλας γεννήθηκε το 1963 στο Σαραντάπορο Ελασσόνας, είναι συγγραφέας-ποιητής και δάσκαλος και σήμερα ζει και εργάζεται στο Νομό Λάρισας. Από μικρή ηλικία, στο Σαραντάπορο και στην Ελασσόνα, έγραφε και δημοσίευε κατά καιρούς τα ποιήματά του στο θεσσαλικό τύπο, ενώ πολλοί στίχοι του έχουν μελοποιηθεί. Το 1981, μαθητής Λυκείου στη Λάρισα, με το ποίημά του «ΓΑΛΗΝΗ»,
απέσπασε πανελλήνιο μαθητικό έπαινο.Το 1982 εξέδωσε την ποιητική του συλλογή «ΧΩΡΙΣ ΔΕΣΜΑ». Ερεύνησε, έφερε στην επιφάνεια και έγραψε διήγημα και ποιήματα για τον δωδεκάχρονο ήρωα των 
βαλκανικών πολέμων Γεράσιμο Ραυτόπουλο και ένα απ’ αυτά κοσμεί το μνημείο στον τόπο της μάχης, στο Σαραντάπορο. Έχει γράψει διηγήματα και σκετς, κυρίως όμως ποιήματα, εμπνευσμένα από την καθημερινή ζωή, από τις ανθρώπινες σχέσεις, χαρές, λύπες, από το σχολείο, από την τοπική ιστορία, από την καθημερινή ζωή και την επικαιρότητα. Στα σχολεία που υπηρέτησε ασχολήθηκε με πολλά θέματα περιβαλλοντικών εργασιών και η αγάπη του για τα παιδιά τον ώθησε να γράψει γι’ αυτά.Το 2009, εκδόθηκε και κυκλοφόρησε το βιβλίο του «ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΑΛΦΑΒΗΤΑΣ», για παιδιά της πρώτης σχολικής, αλλά και της προσχολικής ηλικίας, από τις εκδόσεις ΑΓΚΥΡΑ.

Ο Δημήτρης Ντάλλας εμπνέεται τον άνθρωπο και ό,τι έχει να κάνει με αυτόν. Τα θέματά του είναι εμπνευσμένα από την κοινωνία μας, την καθημερινότητα, την επικαιρότητα και ό,τι έχει σχέση με τον τόπο μας, την παράδοση, το μέλλον μας και το περιβάλλον που ζούμε.

Η ποίηση για τον Δημήτρη είναι ζωή. Είναι η ομορφιά του κόσμου με τα στολίδια του. Είναι η ανθρώπινη ψυχή με τα συναισθήματα. Είναι η αδέσμευτη σκέψη και εσωτερική φωνή.


ΓΑΛΗΝΗ

"Τα μάτια επνίγηκαν στο φως, όταν η χάρη,

άνθη σκορπούσε ολόλευκα στο φύσημα του αέρα.

Σιώπασαν όλα γύρω μου και ξάφνου πέρα ως πέρα

θείο της γης και του ουρανού αντήχησε τροπάρι.

Ήταν το χώμα ευωδιαστό με ανθούς γιομάτο

σαν άρχισε ο άνεμος σιγά να ξεμακραίνει.

Βαθειά φωνή, αγγελική, το σώμα μου ανασταίνει,

τώρα που ακούω της άνοιξης, τραγούδι απάνου ως κάτω.

Κι όταν το βλέμμα μου απαλό στον ίσκιο στέκει,

βλέπω τα κρίνα αμάραντα, τον ήλιο εμπρός μου,

σε όλες να δείχνει τις ψυχές την ομορφιά του κόσμου

κι εγώ στου ήλιου το άγιο φως να κάθουμαι παρέκει.

Η ελπίδα μένει σιωπηλή, στη σκέψη μόνη

κι ο νους μου ακούει τους ψαλμούς που φέρνει η φύση.

Οι κόγχες μου τα αδύναμα τα μάτια μου έχουν κλείσει

και το σκοτάδι, τη σκιά, την ήρεμή του απλώνει.

Τα φύλλα εσκόρπισαν στη γη γλυκιά του εδάφου

πνοή του κόσμου αέρινη, στα στήθεια μου τον πόθο

με τους ανθρώπους τους θνητούς να ζω και πότε νιώθω

στη μοναξιά μου, τα όνειρα, πέτρα να κλει του τάφου.

Λουλούδια σκόρπια στην ψυχή, η αυγή μου δίνει

και στη σιωπή μου εφάνηκε το απέραντο στη μέρα

φως και του ήχου το άγγελμα που από χρυσή φλογέρα,

παίρνει τη θλίψη από τη γη και τη χαρά του αφήνει.

Στο πρόσωπό μου η θύμηση, στο νου μου η ζάλη,

βλέπουν στη ζήση άσπρα πουλιά, πετούν στο αγέρι.

Ήσυχα η πλάση τα όνειρα, στον ύπνο μου θα φέρει

και θα καθίσει ανάλαφρη η ζωή στο προσκεφάλι.

Τώρα που η μέρα χάνεται και το σκοτάδι,

σβήνει τα αστέρια από το νου, τον ήλιο από τη σκέψη,

στα σπλάχνα μου εσταμάτησε, στα μάτια έχει στερέψει

η ανάσα μου και τη θωριά μπροστά μου βλέπω του Άδη.

Έρημοι οι δρόμοι, σκοτεινοί, στη γη οι μεγάλη

λύπη μου ολούθε απλώνεται, στα σωθικά μου μένει

η ελπίδα κι ανασταίνεται η πολυαγαπημένη

ζωή μου από το λήθαργο και σβηέται η θλίψη πάλι."

Δ.ΝΤΑΛΛΑΣ

Πανελλήνιος μαθητικός έπαινος 1981