Γράφει η Βάσω Κανιώτη
H Παρασκευή Κηπουρίδου γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Χαραυγή Κοζάνης. Εργάστηκε για τριάντα ένα χρόνια, ως Νηπιαγωγός στον Δημόσιο τομέα.
Ασχολείται με ποίηση, πεζογραφία, παραμύθι, εκπαιδευτικό βιβλίο για παιδιά προσχολικής ηλικίας, εικονογράφηση παραμυθιού και ζωγραφική. Έχει λάβει μέρος σε ομαδικές εκθέσεις, και έχει κάνει μία ατομική.
Έχει εκδώσει ένα βιβλίο εκπαιδευτικού περιεχομένου από τις εκδόσεις «Διηνεκές». Από τις εκδόσεις «Υδροπλάνο» έχει εκδοθεί το παραμύθι: «Η απαγωγή του Αϊ - Βασίλη», το μυθιστόρημα: «Γδικιωμός» και είναι υπό έκδοση το δεύτερο μυθιστόρημά της.
Το βιβλίο της «Η απαγωγή του Αι Βασίλη» έχει πάρει πρώτο βραβείο στον δεύτερο Πανελλήνιο διαγωνισμό βιβλίου του λογοτεχνικού περιοδικού Κέφαλος, παραμυθιών που έχουν εκδοθεί το 2019.
Ποιήματα έχουν δημοσιευθεί σε λογοτεχνικές σελίδες, ποιητικά ανθολόγια και στον πρώτο τόμο της Εγκυκλοπαίδειας σύγχρονων Ελλήνων λογοτεχνών «Κέφαλος».
Έχουν βραβευθεί παραμύθια, χαϊκού, μουσικοί στίχοι και έχει μελοποιηθεί ένα ποίημά της.
Της έχει δοθεί το βραβείο «Θεά Αθηνά» από το λογοτεχνικό περιοδικό «Κέφαλος» για την παρουσία της στη λογοτεχνία και την ποίηση.
Ποίηση για την Παρασκευή είναι….
Η ποίηση για μένα είναι καταφύγιο, ψυχοθεραπεία, κάθαρση ψυχής και απόσταγμα βιωμάτων και συναισθημάτων. Απάνεμο λιμάνι, γαλήνιο όπου μπορώ να καταφύγω και να ιάνω πληγές. Μαγική αιώρα στην οποία μπορώ να καταλαγιάσω τις καταιγίδες της ζωής και να οραματιστώ ένα καλύτερο αύριο. Είναι ο μαγικός κρουνός που μετατρέπει σε λέξεις τις χαρές, τις λύπες, τα όνειρα και τις προσδοκίες και μετουσιώνει τις λέξεις σε θεραπευτικό βάλσαμο, ικανό να κλείσει ρωγμές. Ποίηση είσαι….
ΠΟΙΗΣΗ
Κύμα αφρισμένο, στης ψυχής τ' ακρογιάλι
Γαλήνιο, παρήγορο κι ανάερο χάδι
Φλοίσβος συναισθημάτων, σε ακτή ειδυλλιακή
Αεράκι, που με ιδέες και οράματα ερωτοτροπεί,
σμιλευμένο στου χρόνου την σκονισμένη κλίνη
Αθάνατο νερό, στης Κασταλίας την κρήνη
Ψίθυρος αφυπνιστικός, στον λήθαργο του νου
Αυγούλα ροδομάγουλη, σε γκρίζα κορφή βουνού
Κυκλάμινο ατρόμητο, σε παγωνιάς αγκάλη
Στο γκρίζο σαθρών εποχών, λαξευμένο οπάλι
Μελάνι απ’ την ψυχή, που ανεξίτηλο μένει
Ελπίδας μήτρα, που την ύπαρξη διανθίζει
Σμήνος λέξεων, που την ψυχή σπαθίζει
Φυλακισμένων πόθων κι αξιών, ελευθερωτής
Ήχος ασίγαστος του νου και ζητάς να εκφραστείς
Του έρωτα, του πόνου, της εξιλέωσης υμνητής
Ολάνθιστες λέξεις, που αγγίζουν την ψυχή.
Ανθός χαράς, ελπίδας, πόνου, αντοχής
Ανοιχτό παράθυρο, κάθε ανήσυχης ψυχής
Χείμαρρος ορμητικός, συναισθημάτων ανασαιμιά
Ενίοτε βέλος, με στόχο την καρδιά
Ανείπωτου πόνου και σιωπής, γιατρειά
Ίασης καταφυγή στου κόσμου την απανθρωπιά
Αντάρτισσα που κόντρα στο ρεύμα κολυμπά
Ασημοκλωστή, που δένει με τη ζωή μαγικά
και περιπλάνηση αθανασίας τολμάς
εκεί, που μόνο η ματαιότητα αλυχτά.
Σε κόσμο ερεβώδη, παράνοιας και αναισθησίας
μια προσπάθεια κάθαρσης, σε σήψη διαρκείας.
Βλέμμα διεισδυτικό, σε ομίχλης εικόνα παγιωμένη
Λάμψη, από αφυπνισμένες αισθήσεις φορτισμένη
Ποίηση, εκχύλισμα κι απαύγασμα ψυχής
Απτόητος να μένεις
Όταν πόνος άπονα την ψυχή αδράχνει,
να μη γονατίζεις, απτόητος να μένεις.
Αδρανής ένα θαύμα ποτέ μην προσμένεις,
όταν τα όνειρα πνίγει σε πυκνή πάχνη.
Του φόβου σαν σε φυλακίζει η αράχνη,
όνειρα με ελπίδας υφάδι να υφαίνεις.
Στην καταιγίδα, σε απανεμιά να δένεις
σε δακρύων μη βυθίζεσαι αλισάχνη.
Κάθε νέα αυγή, κρουνό χαράς να κάνεις,
το καταχείμωνο ανθισμένο γιορτάσι.
Ρούχο, το μανδύα της ελπίδας να βάνεις.
Στης σελήνης την χάση τις πληγές να γιάνεις
να μεθάς, πίνοντας με των άστρων το τάσι
σθεναρά σαν αετός, αιθέρες να πιάνεις.

