Μαρίνα Αντωνίου είναι το ψευδώνυμο της Μαρίνας Μάρκου. Γεννήθηκε στην Κόρινθο και μεγάλωσε στην Αθήνα. Εμφανίστηκε στα Ελληνικά Γράμματα το 2002 με την ποιητική συλλογή, "Ξεχασμένες Ζωές." Το επόμενο χρονικό διάστημα εκδόθηκαν και άλλες δουλειές της, Χαμένες ευκαιρίες, (διηγήματα), Σκοτεινά μονοπάτια, (ποιήματα), Το δέντρο που περπάτησε, (παραμύθι), Το τραγούδι των πουλιών, (παραμύθι).
Συμμετείχε σε παλαιότερη ετήσια ποιητική συλλογή ημερολογίου των εκδόσεων "Ιανός" και το 2018 πήρε μέρος στον ποιητικό διαγωνισμό του συλλόγου "ΛΙΝΟΣ" αποσπώντας ,τιμητική διάκριση. Το 2020 έλαβε μέρος στον παγκόσμιο ποιητικό διαγωνισμό του 2020 της Αμφικτυονίας Ελληνισμού και βραβεύτηκε με το δεύτερο βραβείο, και το ίδιο έτος πήρε τιμητικό δίπλωμα στον διαγωνισμό της Εταιρείας Γραμμάτων και Τεχνών Πειραιά για τα 200 χρόνια από την επανάσταση του 1821.
ΣΥΡΜΑΤΑ
"Τα λόγια σου σαν σύρματα άπλωνα
σε όλους τους δρόμους
κι έφτασα να δέσω όλη τη γη.
Έβρεξε μετά και σκούριασαν
κι έγινε το χώμα σαν μια ανοιχτή πληγή.
Πώς να μετρήσω τώρα
αυτή τη νύχτα που με κυκλώνει,
μισή καρδιά και πως να την αντέξω.
Πώς να επιστρέψω με δρόμους κλειστούς
και τα γεφύρια γκρεμισμένα.
Κράτησα ένα μαντήλι ανοιχτό
πεφταστέρια να μαζέψω.
Αδειασε ένα κομμάτι ουρανού
κι άστραψε ο μικρός μου κήπος.
Απλώνω όλα τ' αστέρια μου
στη μικρή μου γειτονιά,
και φτιάχνω νέο γαλαξία.
Σε σένα στέλνω μοναχό,
ένα αστεράκι τόσο δα μικρό
μαζί κι ένα δάκρυ μου αλμυρό,
μ' ένα θαλασσοπούλι.
Να με θυμάσαι!"
ΠΡΟΣΔΟΚΙΕΣ
"Ο καιρός ήταν άγριος
και η ελπίδα πάγωσε
στο κλείσιμο της μέρας.
Που να 'βρω τώρα μια φωτιά
σ' ένα πρωινό που το κουράγιο
στην αγορά σπανίζει.
Μην με ρωτάς, άσε με εδώ,
τοίχο ψηλό να χτίσω.
Στη ρίζα του θα θάψω
τα παλιά μου τα φτερά,
να μην μπορεί η ελπίδα μου
το μέλλον να κοιτάζει.
Θα τινάξω καλά και κάθε
κρυμμένη προσδοκία
απ' τα παλιά μου ρούχα,
μη μου τρυπάει, ίδιο σαράκι,
τις τσέπες και το μυαλό.
Αντίκρυ στη θάλασσα μου φτάνει
να κάτσω να κοιτάω
το πέρασμα του ανέμου,
που θα χαμογελάει
όταν το μάτι θα του κλείνω πονηρά."
Μαρίνα Αντωνίου
Επιμέλεια Βάσω Κανιώτη
μισή καρδιά και πως να την αντέξω.
Πώς να επιστρέψω με δρόμους κλειστούς
και τα γεφύρια γκρεμισμένα.
Κράτησα ένα μαντήλι ανοιχτό
πεφταστέρια να μαζέψω.
Αδειασε ένα κομμάτι ουρανού
κι άστραψε ο μικρός μου κήπος.
Απλώνω όλα τ' αστέρια μου
στη μικρή μου γειτονιά,
και φτιάχνω νέο γαλαξία.
Σε σένα στέλνω μοναχό,
ένα αστεράκι τόσο δα μικρό
μαζί κι ένα δάκρυ μου αλμυρό,
μ' ένα θαλασσοπούλι.
Να με θυμάσαι!"
ΠΡΟΣΔΟΚΙΕΣ
"Ο καιρός ήταν άγριος
και η ελπίδα πάγωσε
στο κλείσιμο της μέρας.
Που να 'βρω τώρα μια φωτιά
σ' ένα πρωινό που το κουράγιο
στην αγορά σπανίζει.
Μην με ρωτάς, άσε με εδώ,
τοίχο ψηλό να χτίσω.
Στη ρίζα του θα θάψω
τα παλιά μου τα φτερά,
να μην μπορεί η ελπίδα μου
το μέλλον να κοιτάζει.
Θα τινάξω καλά και κάθε
κρυμμένη προσδοκία
απ' τα παλιά μου ρούχα,
μη μου τρυπάει, ίδιο σαράκι,
τις τσέπες και το μυαλό.
Αντίκρυ στη θάλασσα μου φτάνει
να κάτσω να κοιτάω
το πέρασμα του ανέμου,
που θα χαμογελάει
όταν το μάτι θα του κλείνω πονηρά."
Μαρίνα Αντωνίου


