Ποιος μπορεί να πει ότι ο θάνατος δεν γεννήθηκε από τη ζωή;Ποιος μπορεί να δει την ύπαρξη του μέσα από ένα σύννεφο σκόνης και έναν στραπατσαρισμένο καθρέφτη. Κομμάτια διάσπαρτα του παζλ η ζωή... Αραχνιασμένα θρύψαλα τα ανεμοδαρμένα δάκρυα. Και εσύ ακόμα να φανείς... Νότες σκουριασμένες σαν θλιμμένη σιωπή ακούγονται στο φρικαλέο γέλιο της κραυγής... Μετά τον έρωτα σαν βροχή πέφτει η βασανισμένη μου πνοή... Και εσύ ακόμα να φανείς... Όχι... κουράστηκα να ακούω λόγια, τίποτα άλλο δεν θέλω να μου πεις παρά μόνο στο γιόμα του φεγγαριού αγάπη μου να 'ρθεις... Ξεκοιλιασμένες θύμησες αναπαύονται στην παλιά πολυθρόνα της γιαγιάς. Ζαρωμένα χείλη που κραγιοναρίζονται ηδονικά στον καθρέφτη των φιλιών σου, ίπταμαι στη μέθη και στο κόκκινο κρασί του μίσους πίνοντας και την τελευταία ικμάδα της πανάρχαιας λήθης... Και εσύ ακόμα να φανείς... Ρημαγμένη σκέψη σαν παλιό αρχοντικό έτοιμο να καταρρεύσει στην αγκαλιά της απουσίας σου, το νοτισμένο αύριο... Τρίζει η ραχοκοκαλιά μου και στέκεται γυμνή μπροστά στη σκόνη των χρόνων, που απροσπέλαστα βαδίζουν το μονοπάτι της ζωής, πίσω μην κοιτάξεις να δεις. Έφτιαξα καφέ στη χόβολη και εσύ ακόμα να φανείς... Θαλασσοδερμένα μελτέμια ασελγούν στην κόγχη του βράχου το πιο απόκρυφο μυστικό μου, κοίτα πως σέρνεται το ριζικό μου. Ποιος μπορεί να πει ότι ο θάνατος δεν γεννήθηκε από τη ζωή... Και εσύ μ' αγκάλιασες με ένα σου φιλί, γέρασα πια δεν μου μιλάς; Γλυκύ βραστός με παχύ καϊμάκι, οι τελευταίες σου κουβέντες και ξεψύχησες σαν μικρό αηδόνι κελαηδώντας στην φωλιά των άηχων ενοχών... Δεν μου μιλάς; Έγειρα το προσκεφάλι σου στην Ανατολή, σε σκέπασα με την κουβέρτα της ψυχής μου και σηκώθηκα νωχελικά τάχα μου να φτιάξω καφέ στην χόβολη για να τον πιούμε νοερά στην ξύλινη βεράντα της γιαγιάς... Ξάφνου ένα αμούστακο αγόρι μου κάνει κόρτε κάτω από τον γερασμένο βασιλικό που κρέμεται ανάμεσα στα σκουριασμένα κάγκελα της ξύλινης βεράντας, ναι είχανε σπάσει τότες που γύρισες από την πορφυρή μοιχεία του πάθους και βάλαμε δυο σιδερένιες βέργες θυμάσαι; να φυλακίσουμε την αγάπη μας, είχες πει.... Κοιμάσαι... Και εγώ θα μείνω δίπλα σου να νανουρίζω το στοιχειό του θανάτου... Σαν κρεμασμένες κουρτίνες τα ρούχα της μοναξιάς, βαδίζουν γοργά πάνω στο καλογυαλισμένο παρκέ μην και ραγίσει το ξύλο και ξυπνήσεις... Ξεχαρβαλωμένη σκεπή ο πόνος μου που σαν γκριζόμαυρη τέφρα ξεπλένει τους άσπρους κροτάφους της ψυχής... Τα χρόνια πέρασαν και κάθε γιόμα του φεγγαριού, βυθίζομαι αγκαλιά με τις σκέψεις μου στο μισοσκόταδο της σάλας και κατάκοπη από τον ανασασμό της λησμονημένης νιότης, γράφω ιστορίες αγάπης σκορπίζοντας τες ως θυμίαμα στον βρυχηθμό της θάλασσας...
Συγγραφέας-Ηθοποιός.
2/2/2021
Νομικά κατοχυρωμένο

