Σάββατο 31 Ιουλίου 2021

Τζιερύνεια // Δέσπω Πηλαβάκη


"Τζιερύνεια μου πεντάμορφη, πολλοχαιδεμένη
αρκόντισσα, της σκέψης μου τζιυρά
γρόνους πολλούς μες την σκλαφκιάν τζιαι αλυσοδιμμένη
τρέχουσιν που τα μμάθκια σου τα δάκρυα πικρά

Στου λιμανιού σου τη μερκάν, κουβαλητοί τζιαί ξένοι
απλώνουν την πραμάθκειαν τους, ληστές
μες τες πολλές σου ομορκιές χαμένοι
γιατί εν εξέρασιν τα κάλλη σου τζιαί χτες

Τζιερύνεια μου πεντάμορφη, τζιαί μάνα μου τζιαί κόρη
δικλώ την τόσην αρκοντιά σου να χαρώ
να δω περβόλια, τα δεντρά σου τζιαι τα όρη
όπως σε άφησα να είσαι λαχταρώ

Πάνω στον Πενταδάκτυλο, το γιό σου τον λεβέντη
να πορπατήσω τζι ας εν μόνον μιαν φορά
τζιείνον το έκτρωμαν του ξένου του αφέντη
ούτε ο νους ούτε η ψυσιή μου το χωρά

Τζιερύνεια καταγάλανη, του Ελληνισμού κομμάτι
μουσκομυρίζουν των δεντρών σου οι αθθοί
τα θκυό μου μμάθκια τα διώ τζι όι το ένα μάτι
η ορπίδα για τη λεφτερκά ποττέ να μεν χαθεί

Κάθε σου στράταν τζιαι στενό θέλω να πορπατήσω
τζιαί οι παθκιές των άπιστων να φύουν να σβηστούν
όσους εντζίσαν οι οχτροί τόπους να ξιβρωμίσω
θαύμαν να γίνει άξιππα τζιαί να ξικουμπιστούν

Ας ήτουν τζιαί να γίνετουν τζι όρομαν να μεν ήτουν
να φούσκωννεν η θάλασσα μιαν νύκταν σκοτεινη
νάπνιεν τον κατακτητήν νάπαιρνεν τη ζωήν του
τζιαί τζιείνη η νύκτα μάνα μου ναν τόσον κοντινή

Τζιερύνεια μου λεβέντισσα, υπομονήν τζι εν νάρτει
τζιείνη η ώρα η γρουσή που γρόνια καρτερείς
με το σπαθίν τ Αρκάντζιελου εν νάρτει έναν Μάρτη
νέων ηρώων οι γενιά τζιαι να λεφτερωθείς"

Τζιυρά: κυρά
γρόνους: χρόνια
μερκα: μεριά
εν εξέρασιν: δεν γνώριζαν
δικλώ: κοιτάζω
παθκιές: πατημασιές
εντζίσαν: ακουμπήσαν
άξιππα: ξαφνικά
όρομαν: όνειρο
νάπνιεν: να έπνιγε
γρουσή: χρυσή