Κυριακή 30 Μαΐου 2021

Ελευθερία Χ. Γανωτίδου // Η ποίηση για μένα είναι μια "Μυστικιστική συνάντηση"


Γράφει η Βάσω Κανιώτη


Η Ελευθερία Χ. Γανωτίδου γεννήθηκε, μεγάλωσε και εργάζεται στην Αθήνα.

Είναι απόφοιτος Διοίκησης Επιχειρήσεων του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών, μέλος του Ο.Ε.Ε., με μεταπτυχιακές σπουδές στη Διοίκηση Εκπαιδευτικών Μονάδων και μετεκπαίδευση στη βελτίωση δεξιοτήτων επικοινωνίας και ομαδικής συνεργασίας.

Μιλά αγγλικά και ιταλικά, έχει ασχοληθεί με μεταφράσεις και συμμετέχει ως εισηγήτρια σε σεμινάρια εκπαίδευσης προσωπικού. Λατρεύει τα ταξίδια, τη φωτογραφία, τη μουσική και, φυσικά, το διάβασμα. Γράφει γιατί “ίσως έτσι λυτρωθεί η δέσμια φωνή” της.

Το 2020 κυκλοφόρησε το βιβλίο της «Τριχωνίδος 2-22» από τις εκδόσεις Πιτσιλός και το 2019 η δεύτερη έκδοση της ποιητικής συλλογής «Ηθμοί» από τις Εκδόσεις Φίλντισι, στίχοι της οποίας έχουν μελοποιηθεί. Ποιήματά της περιλαμβάνονται σε ομαδικές συλλογές και έχουν φιλοξενηθεί σε λογοτεχνικούς ιστότοπους.


Τι είναι ποίηση για την Ελευθερία .. .. ..

"Δρόμος που θα τον διαβεί το είναι.

Ταξίδι στων λέξεωντα μονοπάτια.

Επικοινωνία του έσω με τον έξω κόσμο.

Μυστικιστική συνάντηση.

Κυρίως, όμως, βαθιά Ανάγκη. Ανάγκη να μερέψεις δαιμόνια, να αλλάξεις, να μετουσιώσεις τον εαυτό σου και τον κόσμο."

ΠΟΙΗΜΑΤΑ

«Τελείν τα ιερά»
(ωδή στον Ντύλαν Τόμας)



Άλλο ένα ταξίδι πάνω απ’ την απατηλή γυαλάδα σου.
Άλλη μια διαδρομή σε ενθουσιώδεις βοές
Άλλο ένα προσκύνημα στης ηδονής το ναό
Σε δρόμους με πίσσα και ρόδα σπαρμένους

Κριάρι για σφαγή
Ικέτης και θήραμα μαζί
Αυτό το σώμα που σαπίζει

Θυσίας τελετή
Σε βωμό ιέρειας λυγερής
Σε βωμό μαρμάρινο λευκό
μ’ αλόγου κεφαλή

Σπονδή υγρού κεχριμπαριού
Ράντισμα στη φλόγα
Καρδιά και σπλάχνα να κάψει η φωτιά
Βορά στον όχλο η σάρκα

Τρόπαιο οι λέξεις που θα ξεχυθούν
σαν οι θύρες του ναού ανοίξουν
Είναι αυτές που τα δαιμόνια κατευνάζουν


Στ' ουρανού τον όρμο


Έστρεψες το βλέμμα
Κοίταξες το Φως
Να σε τυφλώσει δε φοβήθηκες.
Μόνο απ’ τη λάμψη ζήτησες
να γίνει οδηγός σου

Περπάτησες.
Μ’ αργά βήματα
σταθερά
κάνοντας τα σύννεφα σκαλοπάτια
αναπαύοντας τις νύχτες
στ’ άστρα το κορμί σου

Δε γύριζες το βλέμμα πίσω.
Κάπου βαθιά κρυμμένος ο μύθος,
την τύχη της Ιουδήθ,
αν πίσω γύρναγες να δεις,
ψιθύριζε πως θα 'χες.

Μια πορεία μόνο λοιπόν.
Ένας προορισμός.
Στ' ουρανού τον όρμο
φωλιά αναζητούσες
κι αδιάφορο για σένα ήταν
αν στη Γαλάζια ή στη Σκοτεινή

αγκαλιά του θα κρυβόσουν.