Περπατούσα λέει στην κοίτη ενός μεγάλου πλατύ ποταμού που έρεε μέσα από μια τεράστια πόλη με μεγάλα κτίρια. Φορούσα ένα κοστούμι σαν αυτό που φορούσαν πριν μερικά χρόνια για να πάνε σε τελετές, πανηγύρια, εκδηλώσεις επαγγελματικές κοινωνικές, με μεγάλη σημασία. Δίπλα μου, πίσω μου, μπροστά μου περπατούσαν και άλλοι άνθρωποι, και αυτοί με ένδυμα επίσημο, άλλος πιο απλό, άλλος πιο φανταχτερό, με σχεδόν ίδιο χτένισμα στα μαλλιά όλοι μας, μα κανένας δεν χαμογελάει. Όλοι έχουμε ύφος αυστηρό, σχεδόν επικριτικό .. .. .. Μου έκανε εντύπωση .. .. όλοι περπατούσαμε με την ροή του ποταμού κανένας αντίθετα .. ..
Κοιτάω απέναντι, στην άλλη πλευρά του ποταμού .. .. είναι μακριά αλλά είναι σαν να κοιτώ σε καθρέφτη .. .. τα μεγάλα κτίρια, οι άνθρωποι που περπατάμε προς την ροή του ποταμού, μα αυτοί χαμογελάν .. και φοράνε άλλα ρούχα, πιο απλά, και είναι σχεδόν αχτένιστοι, ατημέλητοι, λες και δεν τους νοιάζει .. ..
Ο δρόμος που περπατάμε παράξενος, πότε λιθόστρωτος, πότε χωματένιος, άλλοτε μαρμάρινος, και πότε, πότε σαν να είναι στρωμένος με χρυσό .. .. οι εναλλαγές, γρήγορες αλλά με κανένα μοτίβο .. ..
Βλέπω κάποιον να έχει σταματήσει στην κοίτη του ποταμού και να κοιτάει απέναντι .. μα είναι ο Θεόφιλος, συμμαθητής από το Δημοτικό. Από τότε έχω να τον δω, από τότε έχω να ακούσω γι’ αυτόν. Τον πλησιάζω και του μιλώ .. με θυμάται .. αρχίζει να μου μιλάει ασταμάτητα για πολλά, για όλα, για την ζωή του, για τις ευκαιρίες του, για τα λάθη του .. .. Έχω κουραστεί αλλά από ευγένεια τον αφήνω να μιλά. Κοιτάω απέναντι .. ακριβώς απέναντι στην άλλη κοίτη του ποταμού ένας άλλος άνθρωπος μιλάει και ένας άλλος ακούει .. θα ορκιζόμουν ότι είμαι εγώ και ο Θεόφιλος αλλά αυτοί είναι διαφορετικοί .. χαιρετώ το Θεόφιλο τον αφήνω εκεί .. δεν φαίνεται να έχει την διάθεση να συνεχίσει το δρόμο του.
Συνεχίζω το δρόμο μου .. .. κάποιος με ακουμπάει ελαφρά στην πλάτη. Χωρίς να σταματήσω το περπάτημα γυρνώ και κοιτώ .. .. δεν πιστεύω στα μάτια μου .. .. ο Δημήτρης, κάναμε παρέα στο Στρατό. Συνεχίσαμε και μετά αλλά όταν κατηγορήθηκε για οικονομικές απάτες, ξέκοψα τελείως … Είχα μάθει ότι έκανε και κάποια χρόνια φυλακή αλλά τελικά είπαν ότι δικαιώθηκε . Αυθόρμητα του αποκρίθηκα,
-«παρακαλώ, θέλετε κάτι;» ..
-«Ο Δημήτρης είμαι» .. μου λέει ..
-«μάλλον κάνετε λάθος», του αποκρίθηκα και συνέχισα το δρόμο μου αφήνοντας τον με μια έκφραση λύπης, απορίας, απογοήτευσης .. .. Κοιτάω στην απέναντι κοίτη .. .. παράξενο .. δύο άνθρωποι μου μας μοιάζουν καταπληκτικά σε μένα και στον Δημήτρη περπατάν πλάι, πλάι και κουβεντιάζουν ασταμάτητα σαν να είχαν χρόνια να βρεθούν .. .. παράξενο μουρμούρισα .. ..
-«Τι είναι παράξενο;» .. ακούω μια φωνή δίπλα μου .. .. Απίστευτο .. η Δήμητρα .. φτάσαμε κοντά στο γάμο με αυτή την γυναίκα.
-«Τι είναι παράξενο;» .. με ρωτάει πάλι ..
-«Τίποτα σκεφτόμουν δυνατά.. η Δήμητρα δεν είσαι;» .. ψέλλισα ..
-«Ναι εσύ ποιος είσαι;» ..
-«Μα δεν με θυμάσαι;» .. ρωτάω απορημένος ..
-«Σχολείο, πανεπιστήμιο μήπως στην πρώτη εταιρεία που εργαζόμουν;»
Σταματάω απορημένος, δεν με θυμάται .. ακουμπάω στα προστατευτικά της κοίτης του ποταμού απογοητευμένος .. στην απέναντι όχθη δύο άνθρωποι που μοιάζουν σε μένα και την Δήμητρα μιλάνε .. γελάνε .. αγκαλιάζονται .. η κοπέλα συνεχίζει τον δρόμο της , ο άντρας ακουμπάει στα προστατευτικά της κοίτης του ποταμού ακριβώς απέναντι από εμένα, αλλά αυτός είναι χαρούμενος .. ναι χαμογελάει ..
Μα είναι ο ίδιος που είδα απέναντι όταν συνάντησα τον Θεόφιλο και τον Δημήτρη. Νομίζω με κοιτάει και αυτός .. συνεχίζει τον δρόμο του, συνεχίζω και εγώ, τον παρακολουθώ .. Δε κοιτάω πλέον τίποτα άλλο μα τον απέναντι άνθρωπο .. περπατάω παράλληλα μαζί του. Μα να .. μια γέφυρα που ενώνει τις δύο κοίτες του ποταμού .. Την ακολουθώ .. την ακολουθά και αυτός .. .. Θεέ μου, είναι ίδιος εγώ αλλά, με αλλιώτικα ρούχα, με διαφορετικό χτένισμα, ποιο χαρούμενος ..
-«Μα είσαι ίδιος ΕΓΩ», καταφέρνω να αρθρώσω .. ..
-«Ναι, είμαι ΕΣΥ, .. .. .. ..»

